Ο Απόστολος Πέτρος, ή Σίμων (πραγματικό Εβραϊκό όνομα Κηφάς) καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν γιος του Ιωνά, αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτόκλητου. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ και συνεργάζονταν με τον Ζεβεδαίο και τους γιούς του Ιάκωβο και Ιωάννη.
Είχε νυμφευθεί στην Καπερναούμ, την Περπέτουα, δισέγγονη της Μύριαμ, αδελφής του Ιωσήφ του Μνήστωρος (πατέρα του Ιησού) και θείας του Ιησού, κάτι που τον έκανε εξ αγχιστείας συγγενή του Ιησού. Ο Ιησούς κάλεσε τους δυο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα να τον ακολουθήσουν και τότε αυτοί, εγκατέλειψαν τις οικογένειές τους και τις δουλειές τους και τον ακολούθησαν.
Ψαράς στο επάγγελμα, ήταν τύπος αυθόρμητος και ορμητικός. Έγραψε δύο Καθολικές Επιστολές, μέσα από τις οποίες προειδοποιεί, εκφοβίζοντας και προτρέποντας το πλήρωμα της εκκλησίας, τους χριστιανούς, να είναι εγκρατείς, άγρυπνοι και προσεκτικοί. "Διότι ο αντίπαλος και κατήγορός σας, ο διάβολος, σαν λιοντάρι που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητάει ποιον να τραβήξει μακριά από την πίστη και να τον καταπιεί."
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Πέτρος, δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία, στην Αντιόχεια, στον Πόντο, στην Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και τη Βιθυνία. Στις ιεραποστολικές του περιοδείες, είχε μαζί του, όχι τη γυναίκα του, αλλά χριστιανή αδελφή για να τον υπηρετεί. Κατά την παράδοση (που σημαίνει ότι δεν είναι ιστορικά διασταυρωμένο και αποδεδειγμένο) έφτασε μέχρι την Ρώμη, όπου επί Νέρωνος υπέστη μαρτυρικό θάνατο, αφού τον σταύρωσαν χιαστί, με το κεφάλι προς τα κάτω περί το έτος 64 μ.Χ.
|
Από το ουσιαστικό πέτρα (βράχος) και σημαίνει "ο ακλόνητος". Το όνομα Πέτρος είναι μετάφραση του Αραμαϊκού 'Κηφά' που ήταν το πραγματικό όνομα του Απόστολου Πέτρου. Στην Αρχαία Ελλάδα υπήρχαν τα ονόματα Πετραίος (Κένταυρος) και Πετραία (Ωκεανίδα νύμφη).
|