Από μικρός ο Άγιος Φιλούμενος αγάπησε τον Χριστό. Σε ηλικία δέκα ετών μαζί με τον αδελφό του περίμεναν να αποκοιμηθεί ο μεγαλύτερος τους αδελφός και αυτοί σηκώνονταν και προσεύχονταν κρυφά για ώρες.
Ο Άγιος, κατάγονταν από το χωριό Ορούντα της επαρχίας Μόρφου. Καλή παιδαγωγό και δασκάλα της ευσεβείας είχαν τη γιαγιά τους Λωξάντρα, η οποία τους ζητούσε να της διαβάζουν βίους αγίων. Διαβάζοντας ο Άγιος του Θεού Φιλούμενος, τον βίο του Αγίου Ιωάννου του Καυσοκαλυβίτου, ως άλλος μιμητής εκείνου, έκαυσε τις επιθυμίες του κόσμου τούτου.
Τα δίδυμα τέκνα της Μαγδαληνής και Γεωργίου Ορουντιώτη, Φιλούμενος και Ελπίδιος φλεγόμενα από θείο έρωτα, ξεκίνησαν για την παλαίφατη Ιερά Μονή Σταυροβουνίου.
Εκεί παρέμειναν για πέντε χρόνια και μετά ανεχωρήσαν από τη μαρτυρική γη της Κύπρου στην Αγία Γην των Ιεροσολύμων. Ο πατήρ Ελπίδιος μετά από δώδεκα έτη διακονίας στα Ιεροσόλυμα συνέχισε τον εκκλησιαστικό του βίο σε διάφορα μέρη της Ορθοδοξίας και εκοιμήθη στο Άγιο Όρός.
Ο Φιλούμενος έμεινε στην αγία γη για 46 έτη διακονώντας την εκεί αδελφότητα του Πατριαρχείου, ως φύλακας αγίων τόπων, αλλά εξαιρέτως αγίων τρόπων. Τελευταίος σταθμός της διακονίας του ήταν το Φρέαρ του Ιακώβ, το οποίον έγινε τόπος του μαρτυρίου του. Στις 29 Νοεμβρίου 1979 μ.Χ. φανατικοί σιωνιστές, που διεκδικούσαν το προσκύνημα ως δικό τους, τον κατέκοψαν την ώρα του εσπερινού, Αγιοταφίτες πατέρες παρέλαβαν το τίμιο του λείψανο έπειτα από πέντε ημέρες και το ενταφίασαν στην αγία γη.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, κατά την κηδεία θανούντος μέλους της αγιοταφικής αδελφότητας, ανοίχθηκε ο τάφος του π. Φιλουμένου, για να γίνει ανακομιδή των οστών. Όλοι τότε οι παρευρισκόμενοι αντίκρυσαν ένα εξαίρετο και θαυμαστό θέαμα. Το σώμα του νεκρού Αρχιμανδρίτη ήταν ανέπαφο και ευωδίαζε. Ξανακλείσανε τον τάφο μέχρι τα Χριστούγεννα του 1984 μ.Χ., οπότε κατά την κηδεία του αρχιεπισκόπου Πέλλης Κλαυδίου ανοίχθηκε και πάλι. Το σώμα συνέχισε να είναι αναλλοίωτο και να ευωδιάζει. Το λείψανο τοποθετήθηκε με κάθε ευλάβεια σε γυάλινη λειψανοθήκη στο βόρειο τμήμα του Αγίου Βήματος στον ιερό ναό της Αγίας Σιών, όπου και γίνεται αντικείμενο προσκύνησης από χιλιάδες πιστούς.
Έμπορος σιτηρών από τη Λυκαονία. Καταγγέλθηκε, το 270 μ.Χ., ως χριστιανός στον ηγεμόνα της Άγκυρας Φήλικα. Πέθανε κατά τη διάρκεια φρικτών βασανιστηρίων.