|
Στις τρεις ημέρες πριν γεννηθεί ο Χριστός μαθεύτηκε πως θα γεννηθεί κι έπιασε ο Ηρώδης κι έσφαξε ούλες τις γκαστρωμένες και τήραγε τα παιδιά που έβγαλε από την κοιλιά τους να ιδεί ποιο είναι ο Χριστός και όταν γεννήθηκε ο Χριστός ούλα τα παιδάκια αναστηθήκανε. |
|
|
Ότι κάμ' ο 'γούμενος άξιο κι' αξιαζούμενο, ότι κάμ' η 'γουμένισσα μούζα και στάχτη |
|
Ποτέ με τα καρύδια του, πότε με τον χαρβάν του, ήφερεν την καλογριάν εις τα θελήματά του |
|
Όποιος έκανε γούμενος, έκανε και κελάρης. |
|
Για να γίνεις ηγούμενος, πρέπει να σε πηδήξει ο προηγούμενος. |
|
Ούτε ρόδο χωρίς αγκάθι ούτε ηδονή χωρίς θλίψη
|
|
Εις τις μεγάλες ηδονές η λύπη γειτονεύει
|
|
Τ’ Αηλιός καρύδι, της Σωτήρος σταφύλι και της Παναγιάς σύκο. |
|
Από τ’ Αη – Λιός και πέρα τον κακό καιρό καρτέρα. |
|
Από τ’ Άη-Λιος ο καιρός γυρίζει αλλιώς.
ή
Απ' τ' Άη – Λιός και μπρός γυρίζει ο καιρός αλλοιώς
ή
Ήρθε τ’ Αη – Λιός, γύρισε ο καιρός τ’ αλλιώς. |
|
Ο άη- Λιας κόβει σταφύλια και η αγία Μαρίνα σύκα. |
|
Της αγιά Μαρίνας ρόγα, του άη -Λιός σταφύλι.
και το δεκαπενταύγουστο γεμάτο το κοφίνι |
|
Χόρευε, Μαριά του Λιου κι έχε κι έννοια του σπιτιού |
|
Της Αγιάς Μαρίνας σύκον, τ’Αϊ Λιά σταφύλιν
Τζ’ αι τ’ Αϊ Παντελεήμονα γεμάτον το κοφίνι.
(Κύπρος)
ή
Της Άγιας Μαρίνας σύκο, του Αη – Λιά σταφύλι και του Αγίου Παντελεήμονα γιομίζει το μαντήλι. |
|
Ό τι Γιάννης ό τι Λιος τύφλα νάχουνε κι οι δυο |
|
Ξημερώματα του άι Λία είδες τον σσύλλον κουλλούριν, ο γρόνος εν ναν καλός. |
|
Αγιά Μαρίνα με τα σύκα και Άγιος 'Λιας με τα σταφύλια |
|
Άιλιά πού τοϋ κόπη κοντό τό πουκάμισο. |
|
Μπρός πίσω τ’ Αηλιός σπορίζει η πέτρα στο γιαλό. |
|
Ο Προκόπης κόβει αγγούρια, η Αγιά Μαρίνα σύκα κι ο Αηλιάς τα σταφυλάκια μεσ’ στα βεργοπανεράκια. |
|
Ό τι Γιάννης ό τι Λιος τύφλα νάχουνε κι οι δυο |
|
Της αγιάς Μαρίνας ρόβα τζαί τ' άϊ Ηλιού κνιζί |
|
Αϊ – Γιάννης και νερό, όπ΄Αγιολιάς και ράχη
|
|
Άγιος Ηλίας στα βουνά κι΄άη Νικόλας στα πελάγη
|
|
Ήρθε τ’ Αη – Λιός, γύρισε ο καιρός τ’ αλλιώς.
|
|
Μπρός πίσω τ’ Αηλιός σπορίζει η πέτρα στο γιαλό.
|
|
Απ' τ' Άι – Ηλιά το βράδυ βάζει η ελιά το λάδι |
|
Αγιά Μαρίνα δωσ' μου σύκα κι άη Λιά άπλωσε και πάρε
|
|
Αγιά Μαρίνα φέρε σύκα τσ' άη Λιά, φέρε σταφύλια
|
|
Της Αγιά Μαρίνας σύκο και τ' Άϊ Κοσμά σταφύλι, τ' Άϊ Λιός με το μαντήλι, του Σωτήρος με το κοφίνι
|
|
Της αγιάς Μαρίνας σύκο τ' άι Τσηρύκου φάε καρύδι, τ' άι Λιά φάει σταφύλι, πάρε τσαί στο πανηγύρι |
|
Τ' Άη Λιά με το μαντήλι, του Χριστού με το κοφίνι |
|
Τ' άη Λιά πάει στ αμπέλι και η κουτσή Μαρία
|
|
Την ημέραν τ' Αιλιώς (Προφήτου Ηλίου 20 Ιουλίου) γυρίζει ο καιρός αλλοιώς
|
|
Ο ήλιος λάμπει για όλο τον κόσμο |
|
Ας λάμπει ο ήλιος κι ας είναι και τα βουνά. |
|
Του ηλίου τηγ καρδίαν έχω
|
|
Κάθε ημέρα δεν είναι τ' Αϊ Γιαννιού. |
|
Άσπρος ήλιος, μαύρη ημέρα. |
|
Του Γενάρη το φεγγάρι, ήλιος της ημέρας μοιάζει |
|
Του Γενάρη το φεγγάρι την ημέρα σιγοντάρει. |
|
'Ολημέρα Καλογιάννη καί τό βράδυ Κακογιάννη. |
|
Ηύραμεν ζουρλόν παπάν, καί όλη μέρα ψάλλωμεν. |
|
Την ημέρα της Υπαπαντής, ούτε ράμα στο βελόνι ούτε τσάκνο στο γομάρι |
|
Να ξεχωρίσουμε (Ξεχώρισε) την ήρα (=ζιζάνιο) από το σιτάρι.
|
|
Εσιέστην η Φανού τζι εγρίστην ο Ηράκλης |
|
Προς δύο ουδέ Ηρακλής.
Αρχίλοχος, 725-650 π.Χ., Αρχαίος ιαμβογράφος |
|
Αυτός που δεν αντίκρισε τον Ναό του Ηρώδη, δεν γνωρίζει τι θα πει ομορφιά. |
|
Δε θα μπορούσε να νοηθή ήρωας χωρίς τραύμα
|
|
Ηώς ορώσα τα νυκτός έργα, γελά. |
|
|
Ηδονήν φεύγε, ήτις ύστερον λύπην τίκτει |
|
Εξ ηδονής γαρ φύεται το δυστυχείν |
|
Ηδοναί άκαιροι τίκτουσιν αηδίας |
|
Αι μεν ηδοναί θνηταί αι δε αρεταί αθάνατοι |
|
Ο ήλιος εις τους αποπάτους, αλλ’ ου μιαίνεται (=λερώνεται). |
|
Μια ημέρα χωρίς γέλιο είναι μια χαμένη ημέρα |
|
Η μέρα με τη νύχτα. |
|
Τη μέρα που η δύναμη της αγάπης θα υπερνικήσει την αγάπη της δύναμης, ο κόσμος θα γνωρίσει την ειρήνη.
|
|
Είτε τρέχετε την ημέρα ή η ημέρα τρέχει εσάς |
|
Ο δε γε Ηράκλειτος έλεγε την οίησιν προκοπής εγκοπήν.
|
|
Ο ήλιος, καθάπερ ο Ηράκλειτος φησι, νέος εφ’ ημέρη εστίν.
|
|
Η μεν φωνή Ιακώβ, αι δε χείρες Ησαύ. |
|
Βούλευμα μεν το Δίον, Ηφαίστου δε χειρ.
Αισχύλος, 525-456 π.Χ., Αρχαίος τραγικός ποιητής (Προμηθεύς Δεσμώτης)
(για τα δεσμά του Προμηθέα) |
|
Ο μεν Ηφαιστίων φιλαλέξανδρος, ο δε Κρατερός φιλοβασιλεύς
Ο μεν Ηφαιστίων είναι φίλος του Αλεξάνδρου, ο δε Κρατερός φίλος του βασιλιά.
|
|
|
Ύψιστον αγαθόν η ηδονή, είτε πνευματική
είτε υλική. |
|
|
Σύνδρομο ή σύμπλεγμα της Ηλέκτρας |
|
Δευτερογούλη τ’ Αϊ Λιά μπαίνει το λάδι στην ελιά
ή
Απ' τ' Άι – Λιά το βράδυ βάζει η ελιά το λάδι |
|
Τρίχιασ΄ο Αγιολιάς |
|
Διογένης
Ηλίου φαεινότερον.(πιο φωτεινό και απ' τον ήλιο) |
|
Ο ήλιος εν στο μεσημέρι, πάει να βουττήσει |
|
Από τον Ηρώδη στον Πιλάτο
|
|
Αυτός είναι Ηρώδης |
|
Τύφλα να ‘χει ο Ηρώδης |
|
Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται
|
|
Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται, πάλιν ταράττεται |
|
Ο χορός του Ησαΐα
|
|
Ησαῒα το ανάγνωσμα |
|
Ροδοδάκτυλος Ηώς |