|
|
Είντα σε κόφτει που τον βουν του Γιακουμή |
|
Εδώκαν μιαν του Γιακουμή, πισίαν με το μέλι, τζι' είπεν τους ο ποδκιάντροπος πως δεκαπέντε θέλει |
|
Μήτε γλυκύς και φάσι σε μήτε πικρός και ριξούσι σε συγκεραστός σην το κρασί να σ' αγαπά ο κούμης |
|
Δέκα, είκοσι, σαράντα, μισέ Γιακουμή, ταγιάντα |
|
Η αθασιά, η στρινιαρκά, γεννά που τόγ Γεννάριν |
|
Αδελφέ Μιχάλη, τώρα τον Γενάρη, οι δυο ένας γίνονται κι ο μοναχός κουβάρι.
|
|
Γενάρη γέννα το παιδί, Φλεβάρη φλέβισέ το.
|
|
Γενάρη και Φλεβάρη καταβολάδα και ξινάρι.
|
|
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μη γυρεύεις.
ή
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην εξετάζεις. (Ή και ήλιο μην εξετάζεις.)
|
|
Κάλλιο κρύο το Γενάρη παρά ήλιος που δε ζεσταίνει.
|
|
Με τα Φώτα του ο Γενάρης, όλης της χρονιάς μπροστάρης.
|
|
Ο Γενάρης κι αν γεννάται, του καλοκαιριού θυμάται.
|
|
Ο Γενάρης κι ο Φλεβάρης είναι ο ξεπροβιδάρης.
|
|
Του Αγίου Ιγνατίου αγναντεύ' ο ήλιος κατά το καλοκαίρι |
|
Γαμεί η αλιντζαύρα (σαυρα) τον λα(γ)όν, γιατ' εν ο γέρακας ποπάνω
|
|
Γύρα, γύρα το γεράκι ως τα δίχτυα θε να φτάκη
|
|
Κακό γεράκι επέρασε από τη γειτονιά μας |
|
Με τα γεράκια κάθουμαι τσσι μπούφοι δε φοβάμαι
|
|
Στου γερακιώνε τσι φωλιές κουνάδια δεν πατούνε |
|
Το γεράκ' ψ'λά πετά, μα χαμηλά λογιάζ' |
|
Εν Ιορδάνη το βλέπεις Γιάννη το νεροπούλι, άρπαξέτο και βάλτο στο σακκούλι
|
|
Η ευλογία του Ιορδάνη ήτανε μαζί του
|
|
Όσο λεν' τον Ιορδάνη βάνε ψάρια στο τηγάνι. Όσο λεν το βαφτιστή βάνε ψάρια στο ταψί |
|
Όξου απ' τον Ιορδάνη (Ορδάνη)
|
|
Το κρασί είναι εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε
|
|
Ο Ιορδάνης ναν καλά, και τση γηορτάδαις ούλαις τσ' άλλαις, ως τότ' πάγη ο διάολος |
|
Σε δώδεκα αποστόλους ήταν κι' ένας Ιούδας
|
|
Στο χωριό της Ντρούβα γεννιέται το παιδί του Γιούδα |
|
Κόκκινα γένια, μάτια γαλανά, καρδιά του Ιούδα, ψυχή του σατανά. |
|
Αυτό είναι φίλημα του Ιούδα
|
|
Αυτός είναι Ιούδας ο προδότης και δόλιος
|
|
Του Αβραάμ και του Ισαάκ τα αγαθά / καλά
ή
Ο Θεός να σου δώση του Αβραάμ και του Ισαάκ τ'αγαθά
|
|
Δίπλα, Σμαηλάκο μου κ' οι παπίτσαις περνούνε |
|
Αδελφή Ιφιγένεια, τώρα τον Γενάρη, οι δυο ένας γίνονται κι ο μοναχός κουβάρι.
|
|
Ιφιγενίτσα,από που φυσάν οι μύλοι;
|
|
Φιγενού και μυαλό, καβούροι με φτερούγες |
|
Εκ στόματος κοράκου, κρα, εκ στόματος γαϊδαρου, γκα, κι εκ στόματος Φιγενούς κουταμάρες |
|
Η Γιαννούλα με φουστάνι ω τι λύγισμα (σείσιμο) που κάνει
|
|
Τα λειβά ... μωρή Γιαννούλα |
|
Απ' εδώ ως τα Γιάννινα για κυρά Γιάννενα |
|
Τού βαλε την καπιστράνα (χαλινάρι) κ' Γιαννιά! |
|
Νοικοκυρά με τ' όνομα η καρακάξα η Γιάννενα |
|
Και ο Γιάννης μούρλιακας, κ' η Γιάννενα μουρλιάκο
|
|
Όλοι θέριζαν κι η Γιαννούλα άσπριζε.. |
|
Σαράντα πέντε Γιάννηδες, ενός κοκόρου γνώση και όλοι οι υπόλοιποι δεν κάνουν άλλη τόση |
|
Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον φωνάζουμε. (βαφτίσαμε) |
|
Αν είχαν οι Γιάννηδες γνώση, να μας δάνειζαν καμπόση. |
|
Βγάλε Γιάννη το παιδί σου να γιορτάζει κάθε μήνα. |
|
Γιάννη είχα, Γιάννη έχω κι αν ποτέ μου θα χηρέψω, πάλι... Γιάννη θα γυρέψω! |
|
Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει. |
|
Γιάννης πήγε, Γιάννης ήρθε |
|
Δεν είναι κάθε μέρα τ’ Άι-Γιαννιού” |
|
Έχ’ κι ο Γιάννς καΐκ’ |
|
Κάμε Γιάννη τη δουλειά σου κι ύστερα είμαι πάλι θεια σου |
|
Κάνε Γιάννο μ' τη δουλειά σου, κι ύστερα και πάλι θεια σου. |
|
Κατά τον μαστρο-Γιάννη και τα κοπέλια του. |
|
Να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω μέλι (ή λάδι) να γιάνει |
|
Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι (ή μέλι). |
|
Ξέρει ο Γιάννης τι έχει μέσα στον τορβά του… |
|
Ο Γιάννης με τα λόγια, χτίζει ανώγεια και κατώγεια. |
|
Όπου γάμος και χαρά, τρέχα Γιάννη μασκαρά |
|
Όπου Γιάννης και του Θεού η χάρη. |
|
Όχι Γιάννης, Γιαννάκης. |
|
Παναγία κι Άι-Γιάννη, βάλε ψάρι στο τηγάνι |
|
Πότε ο Γιάννης δε μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. |
|
Σαράντα πέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση. |
|
Σαράντα χρόνια Γιάννης, μαστρο-γιάννης δε γίνεται. |
|
Σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή δεν κάνει. |
|
Τα καλά του Γιάννη θέλουν, μα τον Γιάννη δεν τον θέλουν. |
|
Τα καλά του Γιάννη θέμε και το Γιάννη δεν τον θέμε. |
|
Τι Γιάννης, τι Γιαννάκης |
|
Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα! |
|
Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω! |
|
Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βαφτίσαμε. |
|
Ακόμα δεν τον είδανε και Γιάννη τονε κράξανε. (Παξοί) |
|
Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον εβγάλαμε |
|
Κάθε μέρα δεν είναι τ' Αϊ-Γιαννιού. |
|
Κατά το μαστρο-Γιάννη και τα κοπέλια του. |
|
Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό το Γιάννη. |
|
Του Γιάννου η φλογέρα |
|
Είπαμεν Γιαννή να κλάννεις, μα να μεν το πολλοκάμνεις |
|
Αν εύρεις Γιάννην κούρευκε |
|
Κόψε ξύλο κάνε Αντώνη κι από πλάτανο Θανάση (ή Μανόλη) κι αν ρωτήσεις και το Γιάννη, ό, τι ξύλο θέλεις (έχεις) κάνει. |
|
Άλλη δεν έκαμε παιδί, μόνο η Μαριώ τον Γιάννη |
|
Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαριώ το Γιάννη. |
|
Κόψε ξύλο κάνε Αντώνη κι από πλάτανο Θανάση (ή Μανόλη) κι αν ρωτήσεις και το Γιάννη, ό, τι ξύλο θέλεις (έχεις) κάνει. |
|
Ό τι Γιάννης ό τι Λιος τύφλα νάχουνε κι οι δυο |
|
Άμα ακούς Μαρία – Γιάννη, βάλε ψάρια στο τηγάνι, εξόν του μπάρμπα-Γιάννη. |
|
Έκανε η Μαριώ το Γιάννη κι άλλη γιο δεν έχει κάνει! |
|
Τρέξε Γιάννη γύρευε και Νικολό καρτέρει. |
|
Κόψε κέδρο, φτιάξε Αντώνη και από πλάτανο Θανάση, εάν πεις και για το Γιάννη, όποιο ξύλο να ‘ναι κάνει |
|
Κόψε κέδρο κάμε Αντώνη, κι από πλάτανο Μανώλη, κι αν ρωτάς και για τον Γιάννη, ό,τι ξύλο κόψεις κάνει. |
|
Από Ναννάκου |
|
Εξηνταπέντε Γιάννηες, έναμ πετεινόβ βαρούσιν. |
|
Ψύλλοι ψύλλοι φύετε τζαι κορκοί ψοφήσετε τζ' Αϊς Γιάννης έρκεται με το κονταρόξυλλον τζαι κονταροξυλίζει σας. |
|
Φοβάται ο Γιάννης το θερκόν τζαι το θερκόν τογ Γιάννην. |
|
Τα πράγκας και τα σίδερα τη ζαβαλή τη Γιάννε έν’ |
|
Βοηθάει ο Άη- Γιάννης και ο Σταυρός, γιομίζει το αμπάρι κι ο ληνός. |
|
Έλα να σε κάψω Γιάννη
να σε κάψω για να γιάνεις
|
|
Ακόμη δεν τον είδανε και Γιάννη τον βαφτίσανε. |
|
Τ’ Αγιανιού του Ριγανά, πάνε οι Βλάχοι στα βουνά. |
|
Τ’ Αγιαννιού του θεριστή, ούτε κότα στην αυλή. |
|
Απέξω Γιάννης κι από μέσα Σουλεϊμάνης. |
|
Αν εύρεις Γιάννην κούρευκε |
|
Όλην την ημέρα Καλογιάννη, και το βράδυ Κακογιάννη.
|
|
Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει.
|
|
Του Σταυρού μέχρι τ’ Αγιανιού ήρθε η ώρα τ’ αμπελιού. |
|
Γεναριάτικο φεγγάρι με τα’ Αϊ Γιαννιού τη χάρη. |
|
Ξέρει ο Γιάννης τι έχει μέσα στον τορβά του. |
|
Άγιε μου Αγιάννη μου Ριγανά, φέρνεις δροσούλα στα μνιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Θεριστή, κάνουν γιόμα κι οι κουτοί! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά και πέρα θέλουν τα μνιά αγέρα!
|
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, ανοίγ’ ο Θεούλης τ’ ασκιά. |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, αρρωσταίνει ο τεμπέλης βαριά!
|
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, βάλε για σκούφια τα βρακιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, βαραίνουν τα ράσα τον παπά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, βλέπει κι περβολάρης χαρά!
|
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, βρωμάν τα βαριά μουνιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, ιδρώνουν βυζιά και μνιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, μακριά από φωτιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, μαυρίζει ο ήλιος τα σπαρτά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, μη σε βρει βαριά γκαστριά!
|
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, μην ξανατρώς αυγά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, μην ξαναφοράς βρακιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, μουσκεύουνε ούλα τα βρακιά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, ξεβρακώνεται κι η κυρά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, πάν’ στ’ αλώνια τα σπαρτά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, χαρά ’χουν τα μποστανικά! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, ψήνει ο ήλιος τ’ αυγά! |
|
Απ’ του Ριγανά και πέρα θέλουν τα μνιά αέρα! |
|
Απ’ του Ριγανά και πίσω, τρούπω τον κώλο σου στον ίσκιο! |
|
Απ’ τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, πάρε την τσίτσα σου κοντά!
|
|
Όπου Γιάννης και του Θεού η χάρη. |
|
Κάθε μέρα δεν είναι τ’ Αϊ-Γιαννιού. |
|
Είχαμε το Γιάννη γερό, έπεσε το κόσκινο και τον πλάκωσε.
|
|
Δεν είναι Γιάννης είμαι γιανακτής και δεν είναι Γιαννάκης είναι γιανακουλης |
|
Κατά το μαστρο-Γιάννη και τα κοπέλια του. |
|
Όχι Γιάννης, Γιαννάκης. |
|
Δόξα να ’χεις Αγιάννη μου Θεριστή, που ’δα την πούτσα μου ορθή! |
|
Ήρθε τ’ Αγιάννη, ανασαίνει το δρεπάνι! |
|
Θερίζει ο Γιάννης, δροσίζει ο Αγιάννης! |
|
Θεριστή μου κι Αγιάννη, κάνε το πράμα μου να γειάνει!
|
|
Όποιος τ’ Αγιαννιού θερίζει, ο Διάβολος τον ορίζει! |
|
Σάματις έρθει τ’ Αγιαννιού, χαίρεται κι ο κώλος της μυλωνούς! |
|
Τ’ Αγιαννιού τον Θεριστή, βάλε καπίστρι στο τσουπί! |
|
Τ’ Αγιαννιού τον Θεριστή, θέλει κι η χήρα να δροσιστεί! |
|
Τ’ Αγιαννιού τον Θεριστή, κάνουν κι οι φτωχοί γιορτή!
|
|
Τ’ Αγιαννιού τον Θεριστή, πέταξ’ η βλάχα το βρακί!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Θεριστή, γυρεύει και το μουνί αρτυμή!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Θεριστή, γυρίζει η μέρα κι η αυγή!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Θεριστή, δεν θέλει το μουνί ντροπή!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του θεριστή, ούτε κότα στην αυλή.
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά κουρεύουνε μνιά και αρνιά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, βάλε την βλάχα ανάσκελα!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, θέλουν τα μνιά δροσιά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, κουρεύουν κι βλάχες τα μνιά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, ξεψειρίζουν τα μουνιά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, ούλες τις κρένουν τα σταμνιά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, πάν’ οι βλάχοι στα βουνά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, πιάνει Λίβας τα σπαρτά! |
|
’ Αγιαννιού του Ριγανά, ξετάζουνε οι ρουφιάνες τα ριζικά! |
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, βάνει κι ο Διάβολος την ουρά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, χλιμιντράει κι η παπαδιά!
|
|
Τ’ Αγιαννιού του Ριγανά, χωσ’ τον κώλο σου στην σκια!
|
|
Γεναριάτικο φεγγάρι με τ’ Αϊ Γιαννιού τη χάρη. |
|
Η Μάρω μένει στα βουνά κι ο Γιάννος πάει στους κάμπους |
|
Δυο Γιάννηδες κι ένας Πέτρος κάνουν ολάκερο γάιδαρο |
|
Βγάλε το παιδί σου Γιάννη, και απόλα το στον λόγγο |
|
Είπε ο Γιάννης του Γιαννή: «Χαιρετίσματα στη Σέρ’φο |
|
Κι αυτοκράτορας να γένεις, πάντα Γιάννης θε να μένεις |
|
(Το κάναμε) του Γιάννου η φλογέρα
|
|
Άφησε ο Γιάννος την κλεψιά κι έπιασε το ζευγάρι. |
|
Ιώβ, Ιωβέ οι κόρακες τον χειμώνα δεν έρχονται μόνον εις!
|
|
Σαν ο Iσούφης με τον Τζαμαλή |
|
|
Αν υπάρχει μετενσάρκωση, θα ήθελα να επιστρέψω σαν γεράκι. Κανείς δεν το μισεί ούτε το φθονεί ούτε το θέλει ούτε το χρειάζεται. Ποτέ δεν ενοχλείται ούτε κινδυνεύει, και τρώει τα πάντα.
|
|
Εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια, ο Ιησούς μάς εκδικείται που δεν πέθανε πάνω σ’ ένα άνετο ανάκλιντρο. |
|
Ο Καίσαρας έχει παραπάνω από τον Αλέξανδρο, τον Καρλομάγνο και τον Ναπολέοντα, ότι ο Ιησούς πρόφερε το όνομά του. |
|
Ο Ιησούς ήταν ο πρώτος Αμερικανός |
|
Ουκ ειμί ικανός λύσαι τον ιμάντα των υποδημάτων αυτού |
|
Διάβασα, κατανόησα, καταδίκασα. |
|
Το πιο σπουδαίο ανθρώπινο γραπτό: ο όρκος του Ιπποκράτη. |
|
|
Ότι η φιλία και το φιλί είναι της αυτής ρίζης, το λέγει το λεξικόν, αλλά το υποστηρίζει και η ιστορία με το φίλημα του Ιούδα.
|
|
Αν ήμουν ο Ιησούς, θα είχα σώσει τον Ιούδα. |
|
|
Η μεν φωνή Ιακώβ, αι δε χείρες Ησαύ |
|
Πως λέγεται αυτός που κόβει τους μενεξέδες; |
|
Κόλποι του Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ |
|
Οι ιέρακες του Πενταγώνου |
|
Μάτι αστρίτη, Μάτι γερακιού.
|
|
Αυτός εγίνηκε τώρα γεράκι |
|
Βαρόνος Μινχάουζεν |
|
Κύριε ημών Ιησού Χριστέ |
|
Ιησούς Χριστός νικά (κι όλα τα κακά σκορπά)! |
|
Ικανός για όλα |
|
Πάει του τού Νιορδάνη |
|
Σ' αυτό το ρακί μπήκε ο Νιορδάνης |
|
Δεν τον έπλενε ούτε ο Ιορδάνης |
|
Έρρηξε Ιορδάνη 'ς το κρασί |
|
Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου
|
|
Εν Ιορδάνη την έχει
|
|
Μπήκε ο Νιορδάνης
|
|
Να κατεβαίνη ο Ιορδάνης |
|
Είμαι ένας δείπνος μυστικός
δίπλα ο Ιούδας κλαίει σκυφτός
και είμαι αδερφός του |
|
Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα |
|
Μ' εφορτώθηκε σαν τον Ιούδα
|
|
Κάψιμο του Ιούδα. |
|
Είναι Ιούδας
ή Είναι δόλιος Ιούδας
ή Είναι ένας Ιγιούδας
ή Ιούδας είναι, φτύσ' τονε
ή Ο άνομος Ιούδας |
|
Και συ τέκνον Βρούτε; |
|
Πίθος των Δαναΐδων |
|
Ου φροντίς Ιπποκλείδη |
|
Χρώματα της ίριδας |
|
Η θυσία του Ισαάκ |
|
Λέγε με Ισμαήλ. |
|
Όλες οι φυλές του Ισραήλ. |
|
Η θυσία της Ιφιγένειας |
|
Είσαι τέλεια Ιφιγενού
|
|
Σαν τον Αϊ-Γιάννη τον νηστευτή |
|
Καταλαχού να τσ' ο Γιάννης |
|
Είσαι τέλεια Γιαννής (Κυπριακή) |
|
Έπαθε του Ιώβ τα κακά!
|
|
Τα πάθη του Ιώβ
ή
Του Ιώβ τα πάθη |
|
Ιώβειος Υπομονή |
|
|
Η νύχτα πίνει μοναχή
στο καπηλειό του Γιακουμή,
καημός, σκαλί
να γείρεις να ξεχάσεις.
|
|
|
Κάτσε χαμέ ρε Γιακουμή
τα πόδκια μεν τα σούζεις
τζι' αν έπαθα εγιώ χαττάν
εν που' σαι σου γρουσούζης |