|
|
Όποιος δουλεύει βασιλιά,
πρέπει το νου του νάχει!
Όχι το νου του βασιλιά
παρά τον εδικό του |
|
Ο κόλυμπος του Μαραμπά είναι καταραμένος,
γιατ έππεσε της Ολυμπούς μέσα ο χαρτωμένος |
|
Από τα δυο κι όμηρός δεν έχουν άλλο μετρημούς τα κέρατα
|
|
Ιδές αν πας όμηρος, μη μείνη ο χθρός σου πίσω!
|
|
Φέρε του διαόλου την αθιβυλή να τονε δεις όμηρός σου
|
|
Άκρην ηύρηκε ο στραβός μητ' οσίου μητ' όμηρός |
|
Όπου αγάπη, εκεί Χριστός. Όπου ομόνοια, εκεί ευλογία Θεού
|
|
Ρήνεια μόνοια,νά σκάσουν τά δαιμόνια = Ειρήνη και ομόνοια να σκλασουν τα δαιμόνια
|
|
Η ομόνεια φτιάνει (κτίζει) σπίτι και η διχόνοια το χαλάει (γκρεμίζει)
|
|
Αλλού το όνειρο και αλλού το θαύμα |
|
Έγινε (κατάντησε) σαν τον άγιο Ονούφριο |
|
Ο Νουφρής με τα λόγια κτίζει ανώγια τζιαι κατώγια |
|
Α δεν ήθε' γεννηθεί σπανός (ο) Νούφρης, δεν απόχταε γένεια που ναν του κατεβαίνουν ως τα γόνατα |
|
Ό Άης Νούφρης ήτανε σπανός κι εδεήθηκε στο Θεό να του δώση γένεια. Μα ο Θεός το παράκαμε και του 'δωσε ναν τα 'χη ως τα γόνατα. |
|
Ο Άις Ρούφνης ρουφά τα στάχυα |
|
Αρχόντεψε ο αϋφαντής και πάει στα ουράνια, και κρέμοντ' απ' τον κώλο του μασούρια και καλάμια |
|
Καλά είν και τα ουράνια μεν που πέφτουν κ' αλλάργα μας
|
|
Όποιος είναι καλός, βλέπει τα ουράνια
|
|
Τα Φώτα ανοίουν τα Ουράνια.
|
|
Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται. |
|
Ανεβαίνω στον ουρανό και καταβαίνω στον Άδη
|
|
Αύγουστος επλάκωσε άκρια του χειμώνα. Ο ουρανός βάζει τα ρούχα του και τα δικά μας πούντα;
|
|
Να φας καμιά, να σε φανή ο ουρανός σφοντύλι |
|
Ο ουρανός έμνωξε στη γης τίποτα να μη γένη και να μη μολοηθή
|
|
Παλιός ουρανός γκρεμάει, καινούργιος γίνεται |
|
Τί βρέχ' ο ουρανός και δεντο πίν' η γη; |
|
Ώρες μου φέγγεις ουρανέ, ώρες μου συννεφιάζεις.
|
|
Είπαν της γρηάς στον Ουρανό γίνεται γάμος κι' αμέσως ερώτησε; από που είναι η σκάλα; |
|
Εντάκανε ο ουρανός τσ' η γης δε το δέχτη!
|
|
Στον ουρανό σε γύρευα και στην γη σε βρήκα. |
|
Καθάριος ουρανός μηδ' αστραπές μηδέ βροντές
|
|
Με το κερί σε έψαχνα και με τον ήλιο σε βρήκα.
|
|
Οὖτις ἐμοὶ γ' ὄνομα |
|
Δεν είδα από το μάτι θα δω από το φρύδι; |
|
Του Δεκέμβρη τ' άσπρα φρύδια είναι φτιαγμένα από παιχνίδια ...
|
|
Όποιος τα φρύδια του ζαρώνει, διεστραμμένα σκέφτεται· τα χείλη του δαγκώνει κι ολοκληρώνει το κακό.
|
|
Ο τσιγγούνης άνθρωπος παρατάει τα μάτια, κλαίει για τα φρύδια,
|
|
Μαύρα μάτια σαν κιράσια κι' τα φρύδια σαν γαϊτάνια
|
|
Για παροιμιες κλπ πηγαίνετε στο αντιστοιχο γυναικείο |
|
|
Η Ιλιάδα γράφτηκε είτε από τον Όμηρο είτε από κάποιον άλλον με το ίδιο όνομα!
|
|
Πλάτων
Όμηρος την Ελλάδα επεπαιδεύκει. |
|
Σκιάς όναρ άνθρωπος
που σημαίνει
"ο άνθρωπος είναι τ’ όνειρο μιας σκιάς" |
|
Υπάρχουν περισσότερα πράγματα σε ουρανό και γη, Οράτιε, από όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σου
|
|
Υπάρχουν περισσότερα πράγματα σε ουρανό και γη, Οράτιε, από όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σου. |
|
Τα πετεινά του Ουρανού ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν, αλλ' ο πατήρ' ο Ουράνιος τρέφει αυτά! |
|
Ξέρουμε τι είμαστε, αλλά δεν ξέρουμε τι θα μπορούσαμε να είμαστε.
|
|
Πριν με ρίξεις υποσχέθηκες να με παντρευτείς. |
|
|
Άκουε ουρανέ και φρίξον ήλιε |
|
|
Οδύσσεια |
|
Πιάσε κατάρτι σαν τον Οδυσσέα και περίμενε να τελειώσουν οι Σειρήνες. |
|
Οιδιπόδειο σύμπλεγμα ή σύνδρομο
|
|
Η θεία Όλγα, η θεία Όλγα ξέρει. |
|
Ολύμπια Δώματα |
|
Ολύμπια Δώματα
Έτσι λέγονταν οι κατοικίες των θεών του Ολύμπου.
Σήμερα λέγεται για πολυτελείς κατοικίες που δεν τους λείπει τίποτε.
Για θεϊκές κατοικίες
|
|
Ομηρικό ζήτημα |
|
Ομηρικοί καυγάδες. |
|
Ὁμόνοιαν δίωκε
|
|
Όνειρο (ή όνειρα) θερινής νυκτός
Από το ομώνυμο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ
"A midsummer night's dream". |
|
Άνοιξαν τα ουράνια ή
Της/του ανοίξανε τα ουράνια
|
|
Ουρανία το δίκαννο! |
|
Γυρεύει τον ουρανό με τ΄ άστρα |
|
Άνοιξαν οι καταρράκτες (κρουνοί) τ΄ουρανού
|
|
Κάτω απ' τοξν κουφωτό ουρανό |
|
Κίνησε γη και ουρανό
|
|
Παλιού ουρανού χαλάσματα
|
|
Μας τα κρέμασε τα μούτρα ο ουρανός |
|
Η οφρύς του βουνού / βράχου / ορύγματος = |
|
Στρατιωτική οφρύς |
|
|
Η αγάπη σαν πληθαίνη,
δεν είν' τρόπος να κρυφθή
γι' αφ' τα μάτια, γι' αφ' τα φρύδια
πρέπει να φανερωθή
|
|
Μάτια και φρύδια έβλεπα κι επίστευα ο καημένος,
μα την καρδιά δεν ήξερα και βγήκα γελασμένος
|