Άη Γιώρκη βοήθαμε τζιαι ‘σου τον πόδα τάρασσε
Παράλληλα με την επίκληση για βοήθεια στο Θεό ή σε άγιο, χρειάζεται προσπάθεια κι από μας για να πετύχουμε αυτό που ζητάμε.
Ακριβὰ τα σφουγγάτα του αγίου Γεωργίου
ή
Άγια Γιώργε, ακριβά πουλεί τα σφουγγάτα
Ποντιακή. Για πράγματα ακριβά όχι για την αξία τους αλλά λόγω προέλευσης.
Απ’ τ’ Αη-Γιωργιού και πέρα, δως του φουστανιού σου αέρα.
ή
Από τ’ Άη-Γιωργιού και πέρα, παίρνουν τα φουστάνια αέρα.
Βελτιώνεται ο καιρός
Γιώργο είχα, Γιώργο πήρα κι αν η δόλια μεταχηρέψω πάλι Γιώργο θα γυρέψω
Είπαν το παιδί σου Γιώργο, ξαναβάφτισέ το!
Κάθε μέρα δεν είναι τ’ Αη-Γιωργιού.
Δεν θα ’χουμε πάντα επιτυχίες και χαρές
Και τ’ Αη-Γιωργιού να φέξει.
Όπου Γιώργος και μάλαμα.
Αϊ-Γιώργη μου ακριβός είσαι.
Διότι υπώπτευεν, ήξευρε και ησθάνετο ότι ο Γιωργής έτρεφε παιδικόν αίσθημα προς την Αρχόντω.
Η μητέρα, στο διήγημα Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Έρως-Ήρως»
Από τ’ Άϊ Νικήτα κοίτα, από τ’ Άϊ Γιωργιού ξεκοίτα.
Δηλαδή μπορείς να κοιμάσαι έξω από του Αγίου Γεωργίου ίσαμε του Άϊ Νικήτα, που πέφτει 15 Σεπτεμβρίου.
Ο Αγιώργης τ’ ανοίγει και ο Αϊ Δημήτρης τα κλείνει.
Εννοεί την αρχή και το τέλος των πανηγυριών
Του Σταυρού κοίτα κι από του Αη –Γιωργιού ξεκοίτα
Απρίλης με τα λελούδια, Μάης με τα χορτάρια. Και του Αη – Γιωργιού να φέξει!
Χόλιασι ου Γιώργους κι έκαψε τις κάλτσες του.
Όταν παραφέρεται κανείς κάνει κακό πρώτα στον εαυτό του
Όλοι μιλούν για τ’ άρματα κι ου Γιώργους για τις κάλτσες.
Ειρωνικά, για όσους δεν μπορούν να σκεφτούν σοβαρά κι αξιόλογα
Χαίριτι ο νιος τα νιάτα του κι ου Γιώργους τις κάλτσες του.
Για όσους προσπαθούν να επιδειχθούν με το ντύσιμό τους
Τουν Γιώργου τουν χάριζαν παλάτια, κι αυτός κάλτσες κοίταζε.
Για τους κουφιοκέφαλους, που δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία των πραγμάτων
Άη Γιώργη μου βοήθα να φάνω το πανάκι μου
Κούνα και συ τα πόδια σου
Αϊ Γιώργην όσον και να ξεπέφτει, πέντ' έξι άγιους ακόμ' αξίζει
ή
Άη Γιώργης κι αν ξεπέσ δέκ άγιους καταπονεί
Ο άϊ Γιώργης όσο και να ξεπέσει, πέντ΄ έξι αγίους αξίζει πάλι
Οι πράγματι μεγάλοι των κοινών υπερέχουσιν
Ο Γιώργος είναι πονηρός και από τι 11 και μπρός κυκλοφοράει για γαμπρός.
Ρέ Γιώρκο, πού νά γιωρκίσεις ψώρα!!
Που να ψωριάσεις
Άγι’ Γιώργη μου Αράπη, βάσανα πώχει η αγάπη
Τη νια ημέρα εν τ' Ά – Γιωργιού και την άλλη τ' Ά – Γιωργιού το παλληκάρι
Λέγεται όταν τρώμε τα ντάσια (αποφάγια) της προηγούμενης μέρας
Του Σταυρού σταύρωσε και δένε, τ' Άη Γιωργιού τσιμάριζε κι αμόλα
(Τόσην ώρα) δε μπήρε κάβο (ο Γιώργης)
Ουδεν εννόησε των λεγομένων
Άγι Γιώρην βόγιαθα με. -αμ ανέμιζε και συ τα χέργια σ' κομμάτ'
Άι Γιώργη βοήθαμε σήκω κ΄συ μαγκούφι μου
Άλοον τ' Αγιωργιού (άλοον=άλογον) έντομο λεπτό μεγαλόσωμο (ο μάντις). Είναι 'γκακόν να το σκοτώσης, γιατί θυμώνει ο Άης Γιώργης
Αυτός είναι μπίτι Γιώργος
Εντελώς μωρός
Βάλλεις τογ Γιωρκήν με τον Άΐγ – Γιώρκην;
Άμα πρόκειται για σύγκριση δύο ανθρώπων που ο ένας είναι κατά πολύ καλύτερος ή μεγαλύτερος του άλλου
Άγις Γεώργις σκορπά τα παιδιά, Άγις Δημήτρις τα μαζώνει κι άγις Νικόλας καλά τα συμμαζόνει
Σημείον της διασποράς και παλινοστήσεως των κατοίκων
Άδεια π΄έχει ο Γιώργης να πάη στο στρατιωτικό
Έχει κάδες τσαί καρούτες να δέση
Άι Γιώργη Σκυριανέ, άι Νικόλα ψαριανέ, Ταξιάρχη Παναρμιώτη και αι Γιάννη Κρανιδιώτη
Άϊ μου Γεώργη μου, βοήθα μου. Μα σειέ και συ τα πόδια σου!
Απού τ' άϊ – Γιωρτζού στο 'ώμα τσ' απού τ' άϊ – Νιτσήτα, τσοίτα
Ερμηνεία: Η παροιμία επιχωριάζει εν τη κώμη του Μεσοχωρίου και εννοεί ότι από τας 23 Απριλ. Δύναται τις να κοιμάται εν υπαίθρω (εις τα δώματα των οικιών, ως συνηθίζεται εκεί) και από του αγ. Νικήτα (15 Σβρίου) να κοιτάζη ...
Χαίριτι ο νιος τα νιάτα του κι ου Γιώργους για τις κάλτσες του.
Για όσους προσπαθούν να επιδειχθούν με το ντύσιμό τους
Τώβρες το γαϊδούρι Γιώργη; Χτσ!
Τώβρες το γαϊδούρι Γιώργη; Χτσ!
Τον άγη – Γιώρην κουρτά μετά πλακία
Τον άγιον Γεώργιον καταβροχθίζει μετά των πλακίων
Τι' κάν'ς Γιώργον; -Σκαντοχερία κάνου
Παροιμιώδης έκφραση λεγόμενη σε απάντηση σε κάποιους που ερωτούν για την υγεία του
Σαράντα ο γιατρός ο Κούκος, σαράντα κι ο Γιώργης ο μπούφος.
Σαμού φήνει τ' άβgο του Έζ Γιώργης σο τσαΐρι, έρτσεται η άνοιξη
Όταν αφήνει τ' άλογό ο Άι Γιώργης στο λιβάδι, έρχεται η άνοιξη…
Πίντς Ιουργάκ' μ', κρασάκ';
= Πίνεις Γιωργάκι μου κρασάκι; Εκπίπτει εκείνους, οίτινες, ενώ αυτοί αρέσκονται να καμωσιτι, προτείνουσι δήθεν εις άλλους τούτο όπως εκείνος, όστις, θέλων να πιη οίνον, αλλά μη θέλων να φανή, λέγει εις τον Γεωργάκη “πίνεις …
Παρά πορδή έχασ' ο Γιώργης το γάϊδαρο
Ο Άϊς Γιώργης βρακώνει και ξεβρακώνει
23 Απριλίου όταν βρέξη, προκόπτουν ή ου τα παμβάκιαδιώντα ενδύματα
Ο άη Γιώργη ο βούργαρος και σκορποφαμελίτης
Επειδή διώχνει τους άντρες στα ξένα (καλοκαιρεύει τότε
Ο Άη – Γιώργης τ' αρχινάει κ' η Γαστριτσα τ' αποσώνει
Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη παρά των εορτών Ιωαννιτών περί των πανηγύρεων, αρχομένων από την εορτήν του Αγ. Γεωργίου και πανομένων τας …
Ξεπέλ' σε 'Εζ Γιώργης τ' αβγό του σο τσαΐρι.
Ξαπόλυσε ο Άι -Γιώργης τ' άλογο του στο λιβάδι
Από τ' Άι -Γιρωργιού, 23 Απριλίου, οι Φαρασιώτες ξαπολούσαν στα λιβάδια τ' άλογα και τ' άλλα τους μεγάλαα ζώα για βοσκή.
Από τότε κολακαίρευε
Μούντζα νάχη ο Γιώργης μπροστά στον Χ...
Ουδδεμία σύγκριση ο Γιώργης απέναντι του Χ..
Λές τι τόνε λένε Ντόρντση κι εξεγίνηκε από Γιώργος;
Ντόρντση= Τζώρτζη
Κόψε ξύλο φτιάσε Γιώργο κι από κουτσουκιά Θανάση, αν ρωτήσης και για Γιάννη, ότι ξύλο κόψης, κάνει
Κόψε ξύλο φκιάσε Γιώργο, κι απ' αγραγκελωνιά Βασίλη, κι αν ρωτήσης και για Γιάννη ό,τι ξύλο κόψεις, κάνει
Κόψε ξύλο φκειάσε Γιώργο
Κουμπάρε; τάχα να ήσαι καλεσμένος τ' Άϊ -Γιωργιού;
Ειρωνικά
Κόσμος σ'τον Αγιώργη και σκυλιά σ' το Κουτσοπόδι
Κόσμος στον άγ' Γεώργη!
Επί των αδιαφορούντων εις τας των άλλων ομιλίας
Καλό σου κάνει, Ζώρζη μου
ή
Και καλόν του Ζώρζη κάνει
Θες να μάθης τι είν' ο Γιώργης; Δος του ράβδον εις το χέρι
Η λαμπρή καμάρα 'ναι και σκύψε να περάσης τ' άϊ Γιωργιού 'νεν η χαρά σαν έχης να 'γκινιασης
Η λαμπρή είν' καμάρα τσ' ας περνάη, τ' Αγιού Γεωργιού είν' το τέλος, φιάστε τα δραπανάτσια σας, γιατ' έφτατσε το θέρος
Ζαγιάνατα, Θοδωρή, και βάστα, Γιώργο
Εροματισέμ με ο Άης Γιώρκης
Ήρθε στ' όνειρο μου ο άγιος Γεώργιος (ροματίζουμαι=έρχονται οι άγιοι στον ύπνο μου - η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για όλους τους αγίους)
Εν να βάλης ρογ Γεωρκήν με τον άϊν Γεώρκιν;
Δεν είμεθα όλοι της αυτής αξίας και ικανότητος
Εμπήκε ο Γιώργης στο χωριό κι απάντησε το Γιάννο.
Είναι τ' Άϊ – Γιρωργιού και χορεύγη η Γιώργαινα
Είναι ακριβότερα από το σφουγγάτον του Άη Γιώργη
Παροιμία για τα ακριβά πράγματα.
Σφουγγάτον = είδος ομελέττας
Γιώργου, Γιώργου, Γιωργαρά, παίξι το βιουλί καλά, να χουρέψ' ξ Κουσταντ'νιά μι του Γιώργου τουν ψαρά
Γιώργον είχα, Γιώργον πήρα, Γιώργον έστειλα στα ξύλα
Γιώργον είχα, Γιώργον πήρα και σκατά στο Γιώργο πόχω
Επί των υποπιπτούντων εις χείρονα ενώ ζητούσι βελτίονα
Γιώργο Γιάννο γύρευε και Νικολό καρτέρει
Οι φέροντες το όνομα Γιώργος, Γιάννος πολλοί ενώ οι Νικόλαοι ολίγοι και σπάνιοι λέγεται δε η παροιμία όταν πρέπει τις να περιμένη τι απο ένα περισσότερον ή από άλλων
Γιώργη, ο σορόκος φουσκώνει!
Γεωρκήν τολ λέν, τογ καημένον
Κάποια πληροφορηθείσα, ενώ εχόρευε, τον θάνατον του συζύγου της, δια να μη χάση την διασκέδασιν παρακάλεσεν άλλην να τον μοιρολογηση. Εις την μοιρολογίστραν ερωτώσαν πως απεκαλείτο, έδωσε την πιο πάνω απάντηση
Βγήτσε καντήλα λάδι ο Γιώργις
Βαρβάρα βαρβάρων', Σάββας σαβανών', άη Νικόλας παραχών', άη Γιώργης ξιναχών΄, άη Δημήτρης τα μαζών΄
Αυτός είναι σαν εκείνον που καρζών' Άϊ Γεώργη απ' κάτ' απ' τ' άλογο