Αν η ομοφυλοφιλία ήταν φυσιολογική, θα έφτιαχνε τον Αδάμ και τον Εύη
Αδάμ’ς αιΐδα ’κι είχ εν και πυτίδα εσέρευεν
Ο Αδάμης κατσίκες δεν είχε και πιτυές μάζευε. -
Λέγεται για κάποιο που ζητάει άχρηστα για εκείνον πράγματα
Κι' εγώ από τον Αδάμ γεννήθηκα
Είμαι όπως και εσύ ευφυής
Αν εγελάστηκε ως κι ο Αδάμ, είναι που ήταν η Εύα !
Ο διάολος κ΄η Εύα τά ΄φταιξε !
Α' δεν έτρωγε ο Αδάμ το ξύλο της γνώσεως, δεν αναγογιόντανε όπως ήταν ολόξορκος
Δεν πρωτοπλάστηκε ο Αδάμ, αλλά βγήκε ένα σκουλήκι και σιγά σιγά έγινε ο άνθρωπος
Και ήσαν οι δύο γυμνοί, ό τε Αδάμ και η γυνή αυτού, και ουκ ησχύνοντο. (Παλαιά διαθήκη)
Ο ιδιοκτήτης στο σπίτι είναι ότι ο Αδάμ στον παράδεισο.
Ρωσική παροιμία
Ο Αδάμ ήταν άνθρωπος: δεν θέλησε το μήλο για το μήλο, το θέλησε επειδή ήταν απαγορευμένο.
Μαρκ Τουαίην, 1835-1910, Αμερικανός συγγραφέας
Πιστεύεται ότι το κρανίον του πρωτοπλάστου Αδάμ ήτο τόσον μέγα, ώστε εκ των κοιλωμάτων των οφθαλμών αυτού ηδύνατο να διήθη ελευθέρης ανήρ έφιππος.
Απ` τον Αδάμ καταγόμαστε όλοι.
Κατά κάποιο τρόπο είμαστε όλοι ίσοι και συγγενείς.
(Εν) αδαμιαία περιβολή
Ολόγυμνος/η, όπως τον/την γέννησε η μάνα του/της
Εξορία του Αδάμ
Ερημιά, όταν κάποιος καταλήγει σε πολύ άσχημο μέρος.
Σύμφωνα με τις μονοθεϊστικές θρησκείες, η εξορία των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, υπήρξε η τραγικότερη ώρα στην ιστορία του κόσμου. Έτσι η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει χώρους ή τόπους με μοναξιές και πολλές και ανυπέρβλητες δυσκολίες.
Αδάμ παπαδάμ
ή
Αντάμ – παπ' Αντάμ
Παρατυμολογία από το τούρκικο: αναντάμ μπαμπαντάμ=από μάνα κ΄πατέρα,
Προ αμνημονεύτων χρόνων
Από του Αδάμ τον καιρό (Από τον καιρό του Αδάμ)
Πολύ παλαιό, προκατακλυσμιαίο
Ξύλω του Αδάμ
Για άγρια και απάνθρωπα ξυλοκοπήματα όπως επί Τουρκοκρατίας ή και πιο πρόσφατα επί Αγγλοκρατίας στην Κύπρο.
Συτζιά του Αδάμ
Δείχνει ότι τουλάχιστον οι Κύπριοι πιστεύουν ότι με τα φύλλα της κάλυψαν την γύμνια τους οι πρωτόπλαστοι μετά την παρακοή.