Θανασάκης ο πολιτευόμενος, 1954
Κουρδιστός Θανάσης (Ενας υπεροχος τρελλος Βεγγος ή Τρελλός Παλαβός και Βέγγος), 1967
Ποιος Θανάσης, 1969
Ο Θανάσης, Η Ιουλιέττα και τα Λουκάνικα (Η τελευταία τρέλλα του Θανάση), 1970
Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;, 1971
Θανάση πάρε το όπλο σου, 1972
Δικτάτωρ καλεί Θανάση (Θανάσης, ο πιο γρήγορος τρελός), 1973
Ο Θανάσης στη χωρά της σφαλιάρας, 1976
Ο παλαβός κόσμος του Θανάση, 1977
Θανάση σφίξε κι άλλο το ζωνάρι, 1980
Ο Θανάσης και το καταραμένο φίδι, 1982
Ο Θανάσης ο βομβιστής, 1990
Αθανάσιος Χριστόπουλος - Ένας Λησμονημ΄νος Ποιητής, 2001
Λέγε με Θανάση
Όταν το όνομα ή ο τίτλος δεν έχουν καμιά σημασία ή είναι άσχετοι με το θέμα.
Ποιος Θανάσης;
Που το χρωστάμε στον Θανάση Βέγγο
Κόψε κέδρο, φτιάξε Αντώνη και από πλάτανο Θανάση, εάν πεις και για το Γιάννη, όποιο ξύλο να ‘ναι κάνει
Τ’ Αγι' Αντωνιού, τ' Αϊ Θανασιού, του βλάχαρου ο Χειμώνας
Τ’ Αγιαντωνιού τ’ Αηθανασιού, ειν’ η καρδιά του Χειμωνιού.
Κόψε ξύλο κάνε Αντώνη κι από πλάτανο Θανάση (ή Μανόλη) κι αν ρωτήσεις και το Γιάννη, ό, τι ξύλο θέλεις (έχεις) κάνει.
Άι Βαρβάρα βαρβαρώνει, Άη Σάββας σαβανώνει κι Άη Θανάσης παραχώνει.
Σαν τον Καραθάνο με τη γυάλα
Υπό περαιτέρω διερεύνηση
Γάμαε Θόδωρε κούναε Θανάση
Επί των απολαυόντων χαράς τινος ενώ άλλοι κοπιάζουσιν
Τώρα δ' λευώ για τον άη Θανάσ';
Δηλαδή, είμαι για το νεκροταφείο
Άϊ - Αντώνης κι' 'Αϊ- Θανάσης, χέσι μέσα στου σαξί
Σαξί= χωματένιο μαγγάλι
Κόψε ξύλο φτιάσε Γιώργο κι από κουτσουκιά Θανάση, αν ρωτήσης και για Γιάννη, ότι ξύλο κόψης, κάνει
Ένας Θανάης απ' τ' Σαμπατίνα, ένας κουντός μί γένεια
Ο κόσμος καίγεται κι ο Θανάσης λούζεται
Βάν' η κόρη στ' όνειρό της άκουρους και κουρεμένους, βάνει κι ο Παπα – Θανάσης ζωντανούς και πεθαμένους
Ο Θανάσης κ' η Μαριώ γδύσαν ένα λιοτριβείο
Λέγεται για ύποπτους ανθρώπους που δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε
Θανάσ' πήγε στον κουμπάρο τ' για τυρί. Ου κουμπάρος του είπε το Μάη, κι αυτός πήγε τη μέρα τ' Άϊ – Θανάσ'(18 Ιανουαρίου) και πάγωσι στο χιόν'.
Οι γυναίκες, Θανάση μου, έτσι είναι: οι νόμιμες τρελαίνονται για την οικονομία και οι παράνομες για τη σπατάλη.
Από την κινηματογραφική ταινία «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης»(1963)
Θανάση γιατί έκοψες το άλφα από μπροστά;
για ένα γράμμα χάνεις την αθανασία.
Ντίνος Χριστιανόπουλος, 1931-2020, Ποιητής
Τη γάμησε όλο το χωριό, την πήρε ο Θανάσης
Είναι για τον άη Θανάσ';
Είναι τρελός
Ο άη Θανάσης ήτο η εκκλησία του χωριού Λαγοθήρες, όπου συνήθιζαν να πηγαίνουν τους τρελούς προς θεραπείαν, δένοντε αυτούς εις την επί τούτω υπάρχουσσαν άλυσσον εντός του ναού, όπου τότι άφηναν να διανυκτερεύεσουν…
Πάμε για τον άη Αθανάσιο;
Δηλαδή, για το νεκροταφρείο
Βάστα Θανάσ' - Μπράβο Θανάσ'!
Aπό μακρυά αγνάντεψε το καπηλειό, άρχισε να δίνει κουράγιο στον εαυτό του από τον φόβο μην πάει και πιη λέγοντας: -Βάστα Θανάσ' Θανάσ'! Σαν προσπέρασε πιά το καπηλειό, ενθουσιασμένος από την υπομονή και θέληση που έδειξε να νικήσει το πάθος του, είπε... Μπράβο Θανάσ'! Έλα τώρα να σε κεράσω. Και ξαναμπήκε στο καπηλειό να πιη πάλι κρασί…
Αθανασάς ο κλαπαρχίδας
Η φράση σήμαινε αρχικά τον αργοκίνητο και βαρύ ή περήφανο, αλλά λέγεται ως ήπια βρισιά ή χιουμοριστικά· κατά κυριολεξία είναι αυτός που περπατάει και τ΄αρχίδια του κουνιούνται πέρα δώθε, πχ. Ακόμα να έρθει ο κλαπαρχίδας ο Θανάσης.