1. Από το ουσιαστικό αλκή και σημαίνει "ο δυνατός". 2. Χαϊδευτικό των ονομάτων Αλκιβιάδης, Αλκισθένης, Αλκίσωνας, Ευάλκης, Θρασυάλκης, Μενάλκης, Μετάλκης,, Νεάλκης, Φάλκης,
Γιός του Αιγύπτου. Νυμφεύθηκε την ίδια μέρα, όπως και οι άλλοι 49 αδελφοί του, μια από τις 50 θυγατέρες του Δαναού, την Γλαύκη, η οποία και τον σκότωσε την πρώτη νύχτα του γάμου τους, όπως, με οδηγίες
...