Με το Εβραϊκό όνομα Αβαδδών αποδίδουν οι Εβραίοι με πολύ όμως περισσότερες τερατώδεις καταστάσεις, ότι αντίστοιχα περίπου πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες για τον Άδη, όπως πολύ ορθά απέδωσαν περί αυτού οι Εβδομήκοντα στη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης, (Ιώβ κστ΄,6 και Παροιμίες ιε΄). Η Εβραϊκή ονομασία σημαίνει κατά γράμμα "τόπον ολέθρου", που αποτελεί τη μία από τις επτά συνολικά ονομασίες με την οποία και επισημαίνεται αυτό που λέγεται και σήμερα στη νεοελληνική δημώδη γλώσσα "η κάτω γη κι ο χάρος" που συνηθίζεται ιδιαίτερα σε κατάρες.
Απολυτίκιο
Ως αγιόλεκτος του Λόγου χορεία, εν τω Σινά και Ραϊθώ οι Αββάδες αγγελικώς ηρίστευσαν αγώσιν ιεροίς ιδρώσι γαρ ασκήσεως των αιμάτων τους όμβρους, μυστικώς κεράσαντες χαρισμάτων κρατήρα, πνευματικώς προτίθενται ημίν, εξ΄ου τυρφώντες, αυτούς μακαρίσωμεν.