Ο Βοηθός έζησε στα χρόνια του διωγμού του Διοκλητιανού (284 μ.Χ) από τη Διοκαισαρεία της Κιλικίας. Συνελλήφθη και αποκεφαλίσθηκε αρνούμενος να λατρέψει τα είδωλα.
Απολυτίκιο
Θείον Βοηθόν συν Κομενταρησίω, Δόξης κατηξίωσε Χριστού, το ξίφος.
Από την αρχαία Ελληνική λέξη 'βοήθεια' που αποτελείται από τις λέξεις 'βοή' και 'θέω'=τρέχω και σημαίνει αστραπιαία ανταπόκριση στο άκουσμα βοής κινδύνου