|
|
Για εορταστική ημερομηνία πηγαίνετε στο αντίστοιχο ανδρικό
|
Από το επίθετο αγαθός (καλός) και το άγγελος (αγγελιαφόρος) και σημαίνει "ο αγγελιαφόρος που φέρνει καλές ειδήσεις" ή "ο καλός και αγαθός όπως ένας άγγελος". |
|
|
|
Μάρτυρας 2ου αιώνα από τη Ρώμη ο οποιος έγινε χριστιανός από τον Άγιο Κλήμεντα, τον όποιο ακολούθησε. Συμμερίστηκε μάλιστα τις περιπέτειες του και τα βασανιστήρια του, και πέθανε μαζί του με αποκεφαλισμό.
|
Από το επίθετο αγαθός (καλός) και το άγγελος (αγγελιαφόρος) και σημαίνει "ο αγγελιαφόρος που φέρνει καλές ειδήσεις" ή "ο καλός και αγαθός όπως ένας άγγελος". |
|
|
|
Ο Άγιος Αχόλιος (ή Ασχόλιος) έζησε και έδρασε κατά τα έτη 360 - 383 μ.Χ. Καταγόταν από την Καισάρεια, αλλά δεν αποκλείεται, σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες, να καταγόταν από την Αχαΐα, αφού σε αυτές αναφέρεται ως μοναχός στην Αχαΐα. Αν οι πληροφορίες αυτές είναι ακριβείς, τότε πρέπει να δεχθούμε ότι ήδη τον 4ο αιώνα μ.Χ. ο μοναχισμός είχε εμφανισθεί στην Πελοπόννησο. Ο Άγιος βρισκόταν σε αλληλογραφία με τον Μέγα Βασίλειο ο οποίος γράφοντας προς αυτόν τον αποκαλεί φωστήρα της Εκκλησίας και τον επαινεί. Έλαβε μέρος στην Β’ Οικουμενική Σύνοδο και διακρίθηκε για την αγιότητα του βίου του και την ορθόδοξη πνευματικότητά του. Ο Άγιος Αχόλιος κοιμήθηκε με ειρήνη μεταξύ των ετών 383 και 384 μ.Χ.
|
Από τα 'α' το στερητικό και το 'σχόλη'=αργία και σημαίνει αυτόν που εργάζεται συνεχώς, χωρίς να σταματά, χωρίς να κάνει αργία. |
|
|
|
Για εορταστική ημερομηνία πηγαίνετεστο αντίστοιχο ανδρικό
|
Από τα 'α' το στερητικό και το 'σχόλη'=αργία και σημαίνει αυτήν που εργάζεται συνεχώς, χωρίς να σταματά, χωρίς να κάνει αργία. |
|
23 Ιανουαρίου > Η μνήμη του επαναλαμβάνεται και στις 13 Φεβρουαρίου σαν Όσιος Μαϋουμάς ή Μαϊουμάς
|
|
|
Οι γραμματικές γνώσεις του Οσίου ήταν μέτριες. Διακρίθηκε όμως, για την πολύ ενάρετη ζωή του. Η εξωτερική του εμφάνιση ήταν μάλλον άσχημη. Και όμως, ενώ ο ίδιος ντυνόταν με παλιά φορέματα, τα φιλάνθρωπο έργα του ήταν πλούσια και αμέτρητα. Το κελί του έμενε πάντοτε ανοικτό για τους φτωχούς και τους ξένους, εφοδιαζόμενος δε με σιτάρι και λάδι, μοίραζε σ' όσους απ' αυτούς είχαν ανάγκη. Όταν κάποτε πληροφορήθηκε ότι ο άρχοντας της κωμοπόλεώς τους καταπίεζε τους γεωργούς, δεν δίστασε να παρουσιασθεί μπροστά στον υπερήφανο και λαμπροφορεμένο εκείνο εγωιστή με τα φτωχικά του ρούχα, και να του δώσει μαθήματα δικαιοσύνης και ευγενείας. Έτσι με τέτοιες άγιες ασχολίες τελείωσε τη θεοφιλή ζωή του.
|
Ίσως αρχαίο Αιγυπτιακό / Κοπτικό. Υπό περαιτέρω διερεύνηση |
|
|
|
Καταγόταν από μια κωμόπολη, που ήταν χτισμένη στη δυτική όχθη του ποταμού Ευφράτη και ονομαζόταν Καπερσανά. Επειδή αγάπησε την ερημική ζωή, ακολούθησε την οδό της μοναχικής πολιτείας και έστησε το κελί του κοντά στον ποταμό. Ο Επίσκοπος της πόλεως, που πληροφορήθηκε την αρετή του Οσίου, πήγε ο ίδιος να τον συναντήσει, για να τον πείσει να δεχθεί την ιεροσύνη, αλλά εκείνος αρνήθηκε και αρκέσθηκε στην ησυχία, την προσευχή και την μελέτη του θείου λόγου. Έτσι παρηγορούσε κατά Θεόν και οδηγούσε τις ψυχές των ανθρώπων στον Χριστό. Στο Συναξάρι αναφέρεται ότι μια φορά πήγαν εκεί οι άνθρωποι από την κωμόπολη της καταγωγής του, που τον ήθελαν κοντά τους και χωρίς εκείνος να αντισταθεί ή να συγκατατεθεί, τον ήραν και τον έφεραν στην κωμόπολή τους, όπου έκτισαν ένα κελί και τον έκλεισαν εκεί. Και στο κελί αυτό ο Όσιος διέμενε με ησυχία και προσευχή. Ύστερα όμως από λίγες ημέρες έφθασαν εκεί νύχτα άνθρωποι από την αντίπερα κωμόπολη, που πήραν τον Όσιο και τον μετέφεραν στην δική τους κωμόπολη. Εκείνος ούτε αντίρρηση έφερε, ούτε κατέβαλε προσπάθεια να μην τον πάρουν, ούτε, πάλι, έδωσε την συγκατάθεσή του για την πράξη αυτή. Έτσι, λοιπόν, ο Όσιος Σαλαμάνης κατέστησε τον εαυτό του τελείως νεκρό στην παρούσα ζωή και αγωνιζόταν μόνο να τηρήσει το θέλημα του Θεού, ο Οποίος τόσο αγάπησε τον άνθρωπο και παρέδωκε τον εαυτό Του για τη σωτηρία του. Έτσι έζησε θεοφιλώς ο Όσιος Σαλαμάνης και κοιμήθηκε με ειρήνη.
|
Από την Αραβική λέξη 'σάλαμα'=ειρήνη και εννοεί τον ειρηνικό, φιλειρηνικό. |
|
|
|
Για εορταστική ημερομηνία πηγαίνετε στο αντίστοιχο ανδρικό
|
Από την Αραβική λέξη 'σάλαμα'=ειρήνη και εννοεί την ειρηνική, φιλειρηνική. |
|
-
|
|
Ο Όσιος Ευσέβιος ήταν κλεισμένος μέσα σ' ένα κελί πολύ μικρό και σκοτεινό, επειδή δεν είχε κανένα παράθυρο, και εκεί σκληραγωγούσε με διάφορες ασκήσεις το σώμα του.
Ύστερα από συνεχή παρακίνηση ενός πνευματικού του αδελφού, του Αμμιανού (ή Αμμωνίου), πήγε σε μοναστήρι για να δεχτεί την προστασία και την ηγουμενία των αδελφών. Εκεί ζούσε με πραότητα, ταπεινοφροσύνη και πολλή άσκηση. Έτρωγε κάθε τρεις ή τέσσερις ημέρες. Είχε σιδερένια ζώνη στη μέση του και βαρεία αλυσίδα στο λαιμό του.
Όταν κάποιος τον κατηγόρησε γι' αυτό, ο Ευσέβιος απάντησε: «Το κάνω αυτό για να αποφύγω τις παγίδες του διαβόλου, που προσπαθεί να με στερήσει από μεγάλα πράγματα. Δηλαδή τις αρετές, τη σωφροσύνη και τη δικαιοσύνη, Γι' αυτό λοιπόν και εγώ, έστησα πόλεμο εναντίον του μ' αυτά τα μικρά κακοπαθήματα, διότι αν με νικήσει δεν θα υπερηφανευθεί πολύ, αν όμως νικηθεί από μένα, θα είναι για γέλια, επειδή ούτε στα μικρά μπόρεσε να με νικήσει».
Έτσι λοιπόν θεάρεστα αφού έζησε ο όσιος Ευσέβιος, παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ.
|
Από τις αρχαίες Ελληνικές λέξεις 'ευ' και 'σέβας' Αυτός που σέβεται τον εαυτό του, τους ανθρώπους, τη ζωή και τη φύση γενικότερα. Χρησιμοποιείται συνήθως και για φιλόθρησκους. |
|
|
|
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ανατόλιος γεννήθηκε το έτος 1880 μ.Χ. στην πόλη Κοβέλ της Βολυνίας. Σπούδασε στη θεολογική ακαδημία του Κιέβου και συνέχισε τις σπουδές του στην ιστορία και στην μελέτη των αρχαίων χειρογράφων της Βιβλιοθήκης του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Το 1913 μ.Χ. εξελέγη Επίσκοπος του Σιστοπόλ και το 1927 μ.Χ. μετετέθη στην Επισκοπή της Οδησσού.
Ο Άγιος Ανατόλιος εκδιώχθηκε και φυλακίσθηκε από το σοβιετικό καθεστώς, γιατί δεν συμφωνούσε με αυτά που προσπαθούσαν να επιβάλλουν στη διοίκηση και την ζωή της Εκκλησίας. Οι κακουχίες τον ταλαιπώρησαν και κατέστρεψαν την κλονισμένη υγεία του. Έτσι η καρδιά του δεν άντεξε και ο Άγιος Ανατόλιος κοιμήθηκε το έτος 1938 μ.Χ.
|
Από το ρήμα ανατέλλω και σημαίνει "αυτός που σχετίζεται με την ανατολή" ή "αυτός που έρχεται από την ανατολή". |
|
|
|
Ο Άγιος Διονύσιος γεννήθηκε λίγο πριν το 1500 μ.Χ. στο ορεινό χωριό Σκλάταινα της Καρδίτσας, την σημερινή Δρακότρυπα. Σε ηλικία 18 ετών μόνασε στα Μετέωρα λαμβάνοντας το όνομα Δανιήλ.
Τρία χρόνια αργότερα, αναζητώντας πιο απομονωμένο τόπο και επειδή δεν του έδιναν την ευκαιρία ν’ αναχωρήσει, πήδηξε ως δια θαύματος κάτω από το βράχο των Μετεώρων και μετέβη στις Καρυές του Αγίου Όρους. Εκεί γίνεται ιερεύς και μεγαλόσχημος μοναχός, μετονομασθείς σε Διονύσιο.
Αργότερα εγκαθίσταται στην σκήτη Καρακάλου όπου έζησε ερημικά για δέκα έτη με αυστηρή άσκηση, προσευχή και νηστεία, βιώνοντας πολλές θαυματουργικές ενέργειες του Θεού. Η ισάγγελη ζωή του στάθηκε αιτία της εκλογής του ως ηγουμένου της βουλγαρικής, τότε, μονής Φιλοθέου. Συναντώντας μεγάλες αντιδράσεις για τον τρόπο ζωής που θέλησε να εφαρμόσει στην μονή εγκατέλειψε το Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε γύρω στο 1524 μ.Χ. στην μονή Τιμίου Προδρόμου στη Βέροια.
Θέλοντας ν’ αποφύγει την εκλογή του σε επίσκοπο που επεδίωκαν οι κάτοικοι της περιοχής, αναχώρησε κρυφά και μετέβη στον Όλυμπο. Εκεί ασκήτευσε σ’ ένα σπήλαιο που σώζεται μέχρι και σήμερα. Συκοφαντούμενος όμως εκδιώχθηκε από το ασκητήριό του και αναχώρησε για το Πήλιο, όπου το 1542 μ.Χ. ίδρυσε τη μονή της Αγίας Τριάδος Σουρβίας έπειτα από θαυματουργική υπόδειξη του Θεού.
Μετά από τρία έτη και λόγω της παντελούς ανυδρίας που έπληξε τον τόπο των διωκτών του, επέστρεψε επισήμως με πρόσκληση του διώκτη του Αγά Σάκου. Με την αγγελική βιωτή του γρήγορα προσείλκυσε πλήθος μοναχών, ο ίδιος όμως χρησιμοποιούσε τα πλησιόχωρα σπήλαια για προσευχή και ησυχία, όπου ζούσε στο γνόφο της νοερής προσευχής. Δεν παρέλειπε, ωστόσο, να περιέρχεται τα γύρω χωριά για να κηρύξει, να εξομολογήσει και να στηρίξει τους σκλαβωμένους Έλληνες. Είχε απέραντη αγάπη για το λαό.
Εκοιμήθη εν ειρήνη.
|
Το πρώτο συνθετικό ‘Διο’ του ονόματος του σημαίνει γιος του Δία, το δε δεύτερο ‘νυσος’ προέρχεται από τις Νύμφες τροφούς που τον παράδωσε ο Ερμής για να τον μεγαλώσουν, οι οποίες κατοικούσαν στη Νύσα της Μικράς Ασίας.
Ο Σωκράτης χαριτολογώντας στον Κρατύλο του Πλάτωνα λέει ότι το όνομα σημαίνει αυτόν που δίνει τον οίνο. Και ότι θα μπορούσε να ονομαζόταν και Οιόνους γιατί γεμίζει το μυαλό μας με ‘οίησιν’, δηλαδή φαντασία, στοχασμό, διανόηση και κάμνει πολλούς από τους πίνοντας να νομίζουν ότι έχουν νουν, ενώ δεν έχουν. |
|
23 Ιανουαρίου > Αγίου Ιερομάρτυς Κλήμεντος, επισκόπου Αγκύρας και του αγίου μάρτυρος Αγαθαγγέλου
|
|
|
Καταγόταν από την Αγκυρα από πατέρα εθνικό και μητέρα Χριστιανή, που ονομαζόταν Ευφροσύνη. Σε ηλικία δώδεκα ετών εκάρη μοναχός και στα είκοσί του χειροτονήθηκε Επίσκοπος Αγκύρας. Σε όλη του σχεδόν τη ζωή υπέστη παντοειδείς και φρικώδεις βασάνους και στο τέλος πέθανε, στη Ρώμη, από τα βασανιστήρια.
|
Από το Λατινικό 'Clemens' που σημαίνει πράος, γαλήνιος, απαλός, ήπιος, |
|
|
|
| Οι άγιοι Διονύσιος του Ολύμπου, Κλήμης της Άγκυρας και Αγαθάγγελος ο Ρωμαίος |
|
|
|
Ο Όσιος Γεννάδιος γεννήθηκε στην πόλη Κοστρόμα της Λιθουανίας και ήταν υιός ευσεβούς και ευγενούς οικογενείας. Το όνομά του ήταν Γρηγόριος και από την παιδική ηλικίας έδειξε μεγάλη αγάπη προς την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Επειδή στην περιοχή που μεγάλωσε, πλεόναζε το ρωμαιοκαθολικό στοιχείο, ηθέλησε να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του και να πάει να ζήσει στη γειτονική Ρωσία. Έτσι έφτασε στη Μόσχα, όπου γνώρισε έναν άλλο νέο, τον Θεόδωρο, με την ίδια φλογερή αγάπη για το μοναχικό βίο. Μαζί πήγαν να συμβουλευτούν τον Άγιο Αλέξανδρο του Σβερ (βλέπε 30 Αυγούστου), ο οποίος τον μεν Γρηγόριο έστειλε στη μονή του Κομέλση, ενώ τον Θεόδωρο πίσω στον κόσμο. Στη μονή του Κομέλση ο Γρηγόριος έγινε ο πιο αφοσιωμένος μαθητής του Αγίου Κορνηλίου και εκάρη μοναχός με το όνομα Γεννάδιος. Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στόλιζαν την ύπαρξη του νέου μοναχού. Ο Θεός τον αξίωσε να κάνει θαύματα και να έχει το προορατικό χάρισμα. Ο Τσάρος Ιβάν τον ευλαβείτο πολύ και τον έκανε παιδαγωγό της θυγατέρας του. Ο Όσιος Γεννάδιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1565 μ.Χ.
|
Από το αρχαίο 'γεννάδας' που ετυμολογικώς έρχεται από τη λέξη 'γέννα' και σημαίνει τον ευγενή, τον γενναιόδωρο, τον γενναίο. |
|
|
|
|
|