Θεά που θνητής λαλιά μιλούσε πρώτα, κόρη λευκαστράγαλη. Ζώσε τα στήθια σου μ' αυτό τ' αθάνατο μαγνάδι, και τότες φόβο από κακό κι από χαμό δεν έχεις. Όμως απάνω στη στεριά τα χέρια σου άμ' αγγίξης, ξεζώσου το και πέτα το στα μελανά πελάγη, αλάργα από τη γής πολύ, την όψη αλλού γυρνώντας